Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗ 2018-2019



 ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:  Σαρρή Άννα
 ΤΑΞΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ: ( B  Γυμνασίου)
 ΣΧΟΛΕΙΟ: 20°Γυμνάσιο Πατρών
                          « Θα ζήσω εγώ για εσένα»
Σε εσένα που μια  νύχτα πέρασες τα σύνορα ζητώντας βοήθεια, αλλά και σε εσένα που την προσέφερες χωρίς διακρίσεις…
  «Είσαι…»Αχ αυτό το «είσαι»!Ποτέ δεν σήμαινε κάτι καλό. Ό,τι  και να το ακολουθούσε την πλήγωνε  βαθιά, ήταν ακόμα ένα μαχαίρι στην πονεμένη της καρδούλα. Πολλές φορές είχε σκεφτεί πως δεν θα άντεχε άλλο. Μα πάντα επανέφερε στο νου της εκείνη την υπόσχεση…
   Έναν χρόνο πριν σε μια παραλία ένα μωρό παιδί κλαίει. Πιο πέρα ένα κορίτσι ψάχνει απεγνωσμένα για την οικογένειά του. Το μονό που τελικά εντοπίζει είναι εκείνο το μωρό, που έχει χτυπήσει σοβαρά στα βράχια. Το παίρνει στοργικά στα χέρια της, που γεμίζουν με αίματα, και προσπαθεί με κομμάτια από τα σκισμένα ρούχα της  να του κλίσει τις πληγές. Δεν κλίνουν! Αρχίζει να τρέχει αναστατωμένη δίχως να  σταματά πουθενά. Πρέπει να το σώσει. Δεν της απομένει άλλωστε και τίποτα άλλο στον κόσμο. Ωστόσο,  το μωρό κλαίει πιο πολύ και η αναπνοή του δυσχεραίνει, δείχνει σαν  να αναφωνεί: «Θέλω να ζήσω». Όμως ποιος  να του χαρίσει την ζωή όταν αυτή μόλις τελειώνει τόσο άδοξα στα χέρια της αδελφής του; Εκείνη μέσα στον πόνο και τα δάκρυά της φώναζε: «Θα ζήσω εγώ για εσένα». Τότε ήταν που ένιωσε πραγματικά μόνη. Έθαψε το μωρό, κάπου εκεί(δεν γνώριζε εξάλλου και πού βρισκόταν)και άρχισε  να τρέχει, να τρέχει. Δεν ήξερε που πήγαινε, όπου την έβγαζε ο δρόμος.
        Έπειτα από ώρα, στεκόταν  μπροστά από μια μεγάλη πόρτα, η οποία έκρυβε πίσω τις εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, ψυχές. Μπορούσες κάλλιστα να διακρίνεις τον πόνο στα μάτια τους, πόσο μάλλον αν το διέθετες κι εσύ. Κι εκείνη μπορούσε! Μια πρόσχαρη κοπέλα της άνοιξε την πόρτα, τις προσέφερε καθαρά ρούχα και κάτι να φάει. Τέλος, της είπε: «You will stay here» και αυτό το “here” την βοήθησε  να καταλάβει το νέο της σπίτι Η αλήθεια  βέβαια ήταν ότι το παλιό σπίτι ήταν πιο ωραίο, ειδικά τότε που ο κίνδυνος αποτελούσε λέξη άγνωστη. Άλλα τώρα όλα αυτά κατείχαν τον “τίτλο” των όμορφων αναμνήσεων του παρελθόντος, οι οποίες θα μετατρέπονταν αργότερα σε σκιές και θα χάνονταν στο πέρασμα του χρόνου.
    Πέρασε καιρός από τότε που διάβηκε την μεγάλη εκείνη πόρτα. Πέρασε γεμάτος συνειρμούς και όνειρα, που όμως παρέμεναν όνειρα.  Πέρασε μα δεν άλλαξε. Φαγητό, νερό, ρούχα κι αυτά χάρη σε κάποιους καλούς ανθρώπους που συμμερίζονταν τα βάσανά τους. Τους αγαπούσαν κι ας μην τους ήξεραν. Ω, πόσο λυπόταν όταν άλλοι τους εκμεταλλεύονταν και γίνονταν καταχραστές της προσφοράς τους! Εκείνη θα τους σέβονταν. Το είχε υποσχεθεί στον νεκρό αδελφό της αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό εκείνη τη νύχτα. Οι υποσχέσεις δίνονται για να τηρούνται! Όφειλε  να αποδείξει ότι δεν μπορείς να χαρακτηρίσεις αρνητικά μια ολόκληρη ομάδα ανθρώπων από μερικές αρνητικές εξαιρέσεις ή  χωρίς να εντοπίσεις τις θετικές εξαιρέσεις, ότι όλοι αξίζουν το ίδιο άσχετα από το τι είναι και πίστευε πως κάπου εκεί έξω θα έβρισκε  κάποιον με κοινές πεποιθήσεις και θα δημιουργούσαν μαζί αυτή τη γέφυρα που θα σμίγει τους ανθρώπους όλου του κόσμου.
      Με τις σκέψεις αυτές  μπήκε και την πρώτη της μέρα στο σχολείο. Έψαχνε αυτόν τον “κάποιο”. Την κατέκλυζε μια σιγουριά…Θα τον έβρισκε! Πώς θα μπορούσαν όλοι οι λαοί και όλα τα έθνη να ενωθούν μόνο από εκείνη; Είχε μεγάλες προσδοκίες, το γνώριζε, μα γιατί όχι; Όλα από ένα όραμα ξεκινούν. Παρ’όλα αυτά, μόλις τόλμησε  να καλημερίσει τους νέους της συμμαθητές άρχισαν όλα…
«Είσαι αλλόθρησκη, είσαι ξένη, είσαι ακατάδεχτη, δεν χωράς εδώ»,αποτελούσαν μερικές από τις φράσεις που άκουγε καθημερινά μέχρι την μέρα που ήρθε η Αγάπη στην τάξη.
   Η Αγάπη καταγόταν από αυτή την χώρα, αν και έζησε κάποια χρόνια ως οικονομική μετανάστρια στο εξωτερικό με τους γονείς της. Φέτος επέστρεψαν στον τόπο τους, αφού είχαν την δυνατότητα. Και της δικής της οικογένειας η ιστορία έκρυβε περίσσιο πόνο. Πρόσφυγες παππούδες, βλέπεις, στον ίδιο τους τον τόπο. Το πώς και το γιατί δεν ήταν ακόμα, έλεγαν οι μεγάλοι, για  να τα ακούσει το παιδί.
   Τα δύο κορίτσια έγιναν  την ίδια μέρα κιόλας φίλες. Δεν παρέλειψαν  να εξιστορήσουν η μία στην άλλη ούτε το παραμικρό κομμάτι της ζωής τους αλλά και των γεγονότων  που στιγμάτισαν τις οικογένειές τους. Στην Αγάπη είπε και τα όνειρά της και επιτέλους  ανακάλυψε τον συνεργάτη της υλοποίησης του οράματός της. Θα κατόρθωναν μαζί να συγκεντρώσουν μελαψούς και λευκούς, ψηλούς και κοντούς, αδύνατους και πιο εύσωμους, πλούσιους και φτωχούς, άντρες και γυναίκες, νέους και γέρους, χαρούμενους και θλιμμένους και  να τους κάνουν Ε ΝΑ. Έτσι ο κύκλος θα γίνει πολύ μεγάλος και θα αγκαλιάσει όλη την Γη και όλοι θα  απαγγέλλουν δυνατά τον ύμνο της αγάπης, της αποδοχής, κατανόησης:
«Δεν σε κατηγορώ που είσαι πρόσφυγας ή μετανάστης, γιατί  υπήρξα κι εγώ.                                                                                                     
Δεν σε κατηγορώ που ζητάς βοήθεια, γιατί κι εγώ έχω ζητήσει.
Δεν σε κατηγορώ που δεν είμαστε ομοεθνείς , γιατί  ούτε εγώ έχω την εθνικότητά σου.
 Δεν σε κατηγορώ που δεν μιλάς τη γλώσσα μου, γιατί ούτε εγώ μιλάω τη δική σου.
 Δεν σε κατηγορώ που δεν έχουμε το ίδιο χρώμα, γιατί έτσι  σπας την μονοτονία.
 Δεν σε κατηγορώ που ίσως δεν έχουμε το ίδιο φύλο, γιατί  αυτό μας κάνει ξεχωριστούς.
 Δεν σε κατηγορώ που δεν πιστεύουμε στον ίδιο Θεό, γιατί είσαι ελεύθερος να πιστεύεις Εκεί που βρίσκεις εσύ την αλήθεια.
Δεν σε κατηγορώ, λοιπόν, που δεν είσαι σαν εμένα, γιατί κατά βάθος είμαστε ίδιοι μιας και προερχόμαστε από τον  ίδιο  Πατέρα άσχετα από το πώς τον ονομάζουμε»
   Ας ελπίσουμε πως κάποια μέρα θα ζήσουμε χωρίς την λέξη διάκριση και πως κάποτε όλοι θα εφαρμόσουν τη σοφή συμβουλή Εκείνου που στιγμάτισε για πάντα τον κόσμο «αγαπάτε αλλήλους». Τότε θα αλλάξει χρώμα η ζωή. Θα βγάλει το μαύρο σάλι της και την σκυθρωπή της μάσκα. Θα γίνει πιο όμορφη και αυτοί που περπατούν στο στενό της μονοπάτι πιο  χαρούμενοι.
Ας ελπίσουμε…
ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:  Καλλίτσης Κωνσταντίνος  ΤΑΞΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ: ( B  Γυμνασίου)  ΣΧΟΛΕΙΟ: 20°Γυμνάσιο Πατρών

                                         Μια αθώα μελωδία , σου χαμογελά
 Κάθε πρωί, εκείνη είναι εκεί, αυτή η επαναλαμβανόμενη αθώα μελωδία, που έχει συσχετιστεί μ’ ένα τόσο άσχημο πρωινό ξύπνημα, που παράλληλα σημαίνει την έναρξη μιας νέας, δυσβάστακτης ημέρας , οπ όλες τις υπόλοιπες, η οποία θα αρχίσει με την ίδια  ήρεμη μελωδία
   Μόλις την ακούς, καταλαβαίνεις πως ο υπέροχος ύπνος σου έχει φτάσει στο τέλος του και είναι πλέον ώρα να σηκωθείς για να κάνεις τις ίδιες καθημερινές   μηχανικές κινήσεις. Σωστά, ήρθε η ώρα που θα σηκωθεις, θα ντυθείς, θα πλύνεις το πρόσωπό σου και θα κατευθυνθείς βιαστικά προς την κουζίνα. Εκεί σε περιμένει μια ευχάριστη συνήθεια , το πρωινό.
   Από τα παλιά χρόνια οι άνθρωποι μαζεύονταν στο τραπέζι και έτρωγαν όλοι μαζί, πριν αρχίσει η μέρα τους. Αντιθέτως σήμερα στα περισσότερα σπίτια αυτή η συνήθεια έχει εκλείψει ,ενώ στα υπόλοιπα έχει αλλοτριωθεί.
    Τι σημαίνει όμως αλλοτρίωση; Είναι πλέον γεγονός ότι οι γρήγοροι ρυθμοί της ζωής μας έχουν κωδικοποιήσει τις  απλές χάρες. Προσωπικά, στην καλύτερη περίπτωση, καλημεριζω την μητέρα μου , εάν δεν έχει φύγει από νωρίς για την δουλειά της, αφήνοντάς μου ένα σημείωμα πάνω στα ξύλινο τραπέζι της άδειας πλέον κουζίνας
   Πριν καν προλάβω να τελειώσω το γεύμα μου, νιώθω κάτι να με πιέζει. Κοιτάζω το ρολόι και συνειδητοποιώ πώς έχω ξεφύγει από το μουντό πρόγραμμα μου. Πετάγομαι όρθιος, αρπάζω βιαστικά την τσάντα μου και ξεκινώ για το σχολείο.
   Κάθε φορά, ο ίδιος δρόμος. Που αν και σύντομος φαίνεται τόσο ατέλειωτος, όταν περνώντας από τα σπίτια ακούς τις φωνές και τους τσακωμούς των γονέων με τα παιδιά τους, τα οποία αρνούνται κατηγορηματικά την έμπρακτη εφαρμογή των κανόνων της καθημερινότητας. Ο ίδιος δρόμος που στην εποχή των παππούδων μας πλημμύριζε από χαρούμενες φωνές παιδιών.
   Με όλα αυτά, δεν προλάβαμε καν να γνωριστούμε. Ονομάζομαι Κωνσταντίνος, αλλά θα μπορούσα να λεγόμουν Πέτρος ή Γρηγόρης. Έχω μια αδελφή, από την οποία έχω μάθει πολλά, αλλά ο καιρός τα έχει φέρει έτσι που αν και μένουμε στο ίδιο σπίτι, δεν βλεπόμαστε σχεδόν καθόλου. Οι γονείς μας, προσπαθούν να μας παρέχουν τα απαραίτητα, με αποτέλεσμα να δουλεύουν πυρετωδώς. Τα πρώτα μου χρόνια τα πέρασα κάτω από την σκέπη της γιαγιάς μου, η οποία είναι υπερπολύτιμη για εμένα. Δυστυχώς, πλέον δεν την βλέπω συχνά, διότι το πρόγραμμά μου είναι υπερφορτωμένο.
   Αν και είμαι πολύ κοινωνικός, η ρουτίνα με έχει κάνει να ξοδεύω πολλές ώρες μόνος  μου, εκτελώντας τις υποχρεώσεις μου. Παρ΄ολα αυτά, υπάρχουν φορές που ξεχνώ τους στόχους μου και κοιτώ την καλοπέρασή μου. Μπορεί κανείς να πει ότι εθίζομαι εύκολα. Όχι μόνο στο κινητό μου ή σε κάποιο ηλεκτρονικό παιχνίδι, δυο αμφιλεγόμενα θέματα, τα οποία έχουν διαστρεβλώσει την κοινή γνώμη του ανθρώπου για το κομμάτι του εθισμού, καθώς ο μέσος άνθρωπος σήμερα βλέπει τον εθισμό σαν αρνητικό, δίχως να γνωρίζει τους καλούς εθισμούς.
   Καλοί εθισμοί! Αυτοί είναι το κλειδί μου., το μυστικό μου όπλο! Αυτοί με κάνουν να θέτω καινούργιους στόχους , ολοένα και πιο δύσκολους, τους οποίους σιγά-σιγά πετυχαίνω με την συστηματική δουλειά  και την ατελείωτη προσπάθεια. Αλλά  ποιοι είναι οι δικοί μου «καλοί εθισμοί»; είναι ο αθλητισμός και η μουσική. Απ΄αυτά παίρνω θάρρος  και δύναμη και μετατρέπω κάθε άχαρη μέρα σε ξεχωριστή.
   Ξαφνικά, ακούγεται μια μελωδία! Σωστά! Αυτή η γνωστή μελωδία του ξυπνητηριού του! Αυτήν την φορά όμως ακούγεται τόσο γλυκιά , που τον κάνει να πιστεύει πως όλα αυτά ,που είδε στο όνειρό του, θα υλοποιηθούν. Τρέχει προς την κουζίνα, όπου η χαρά του κόβεται απότομα, καθώς αντικρίζει το πλέον καθιερωμένο σημείωμα.
   Γεμάτος θλίψη, πορεύεται προς την τραπεζαρία, στην οποία θα αντικρίσει την πολυαγαπημένη του γιαγιά, αλλά και τη μητέρα του, η οποία δεν είχε φύγει από νωρίς για την δουλειά της, ως συνήθως! Εκείνη τη στιγμή, συνειδητοποίησε πως μπορεί να αλλάξει την τετριμμένη καθημερινότητα του σε ευχάριστη και χαμογελά…



  ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:   Κόλλια  Άννα ΤΑΞΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ: ( B  Γυμνασίου)
                                            Σαν τα κλαδιά ενός δέντρου  Οικογένεια. Μία λέξη που κρύβει μέσα της εκατοντάδες εικόνες, χιλιάδες συναισθήματα και εκατομμύρια  αναμνήσεις. Ο καθένας επεξεργάζεται και χρησιμοποιεί διαφορετικά αυτήν την λέξη. Άνθρωποι που προτιμούν να διαλέγουν την οικογένειά τους και άλλοι που δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να τη θεωρούν και να την ονομάζουν έτσι. Οικογένειες πολύτεκνες ή και όχι, ενωμένες, χωρισμένες άλλοτε με απούσα σημαντικά μέλη της και άλλοτε χωρίς ελλείψεις. Πολλοί δεν ξέρουν ή δεν έχουν καταλάβει τη σημασία της λέξης και ποτέ δεν έχουν ψάξει τι κρύβει από πίσω. Πόσα συναισθήματα μπορούν να αναπτυχθούν χάρις την οικογένεια....Αυτές οι ατέλειωτες στιγμές, γεμάτες χαρά, ενθουσιασμό, αθωότητα, γέλιο, τόσο ζηλευτές! Δύο άνθρωποι κάνουν το “λάθος”, σε φέρνουν στη ζωή δίχως να θέλουν να σε βοηθήσουν στο ξεκίνημα αυτό. Σε αφήνουν, σου στερούν την αγάπη, την στοργή, τις ζεστές αγκαλιές, τα χάδια και τα μεγάλα χαμόγελα που θα παραμείνουν για πάντα τόσο μεγάλα βλέποντας τους. Σου στερούν την ανάγκη να πεις κάποιον μαμά, μπαμπά, να έχεις ένα πρότυπο που ότι και εάν συμβεί δεν θα αλλάξει στα μάτια σου, θα είναι πάντα τόσο ψηλά. Δεν προσπαθούν ούτε για μία στιγμή να μπουν στην θέση σου, από κοινού παίρνουν την απόφαση να σε αφήσουν σε ένα μέρος μακριά από αυτούς που οι συνθήκες θα είναι τελείως διαφορετικές. Κάτι παρόμοιο συνέβη και σε εμένα
   Ένα κορίτσι που έχει περάσει 15 χρόνια μέσα σε ένα ορφανοτροφείο. Δεν ξέρω, εάν από την πρώτη κιόλας μέρα της γέννησής μου είμαι εδώ μέσα, δεν ξέρω την ταυτότητά μου, το μόνο που ξέρω είναι πως ό,τι έχω ζήσει είναι μέσα σε ένα πελώριο άσπρο κτήριο με κενούς τοίχους, πολλά ανέκφραστα βλέμματα και στέρηση! Όχι από το φαγητό ή από τη θέρμανση αλλά από το αυτονόητο, μία οικογένεια και πιο συγκεκριμένα τη δικιά μου! Όποιον και να ρωτήσεις αυτό θα σου πει ,διότι δεν υπάρχει άλλη επιθυμία για εμάς. Όταν ήμουν μικρή δεν καταλάβαινα πολλά, αργότερα όμως ένιωσα την έλλειψη, τώρα πια νομίζω πως είναι και λίγο θέμα συνήθειας. Όχι ότι δεν υπάρχει το κενό, η απορία του γιατί σε παράτησαν εδώ, λες και ζήτησες πολλά. Μόνο αγάπη, ούτε λεφτά, ούτε πανάκριβα έπιπλα ή ντουλάπες γεμάτες με ρούχα και παπούτσια.
Τέλος πάντων...Παλιότερα τα παιδιά δεν μας επισκέπτονταν τόσο συχνά αλλά τώρα πια σχεδόν κάθε μέρα έχουμε ένα καινούριο φίλο. Βλέπεις υπάρχει κρίση, αυτή είναι η δικαιολογία της δολοφονικής τους αυτής πράξης, γιατί περί δολοφονίας πρόκειται. Αποτελειώνουν σε μία στιγμή τα όνειρα και τα συναισθήματα των παιδιών. Όλα παγώνουν. Γενικότερα είμαι από τα παλιότερα παιδιά εδώ και επειδή ξέρω και καταλαβαίνω πολύ καλά την ψυχολογία τους, είμαι δίπλα τους σε ό,τι χρειαστούν. Τους κρατάω συντροφιά, ονειροπολούμε όλοι μαζί, σκεφτόμαστε πως είναι ο έξω κόσμος και τι θα κάναμε, εάν δεν ήμασταν εδώ τώρα, μόνο που είμαστε εδώ για αυτό τα όνειρα θα παραμείνουν για αρκετό καιρό ακόμα όνειρα. Τα βράδια μας είναι αυτά που ζητάμε από τον Θεό να γίνονται μικρότερα και μικρότερα ,γιατί τότε αναζητάμε πράγματα, έχουμε αναπάντητα ερωτήματα και αγιάτρευτες πληγές που κάθε βράδυ πονάνε τόσο πολύ...! Παρόλα αυτά όταν ξημερώνει ξυπνάμε όλα τα παιδιά λίγο πιο αισιόδοξα.
   Εγώ ακόμα δεν έχω συστηθεί. Είμαι η Άννα λοιπόν και όπως ανέφερα πιο πριν είμαι 15 χρονών. Ένα απλό έφηβο κορίτσι με μία τεράστια οικογένεια ,που συμπεριλαμβάνεται από όλα τα μέλη του ορφανοτροφείου, από τα πιο μικρά μέχρι και τα πιο μεγάλα. Από όλα αυτά τα άτομα όμως έχω έρθει πιο κοντά με δύο κορίτσια, την Ευγενία και την Χαρά ,όπου τις θεωρώ αδελφές μου. Έχοντας ζήσει τόσες στιγμές, άσχημες, χαρούμενες, στιγμές γέλιου και τρέλας  δεν μπορώ να μην της αποκαλώ αδελφές μου. Όπως και εγώ, έτσι και αυτές δεν είχαν ποτέ μία φυσιολογική οικογένεια και ζωή καθώς συνέβησαν πολλά και στις δύο. Είναι δύο τελείως διαφορετικές ιστορίες....
   Αρχικά η Ευγενία είναι 16 χρονών και στα 2 πρώτα χρόνια της ζωής της συνειδητοποίησε πόσο δύσκολος και άσχημος είναι ο έξω κόσμος. Ο πατέρας της ήταν ένας αξιαγάπητος και πολύ ευγενικός πατέρας και σύζυγος από ότι μου έχει αναφέρει η ίδια, αλλά έπινε και όταν έπινε γινόταν άλλος άνθρωπος. Ο εθισμός του στο ποτό τον έκανε να έχει μία βίαιη συμπεριφορά στην σύζυγο του αλλά και στην ίδια την Ευγενία. Η κατάσταση έφτασε πολλές φορές σε ανεξέλεγκτο σημείο και έχοντας προσπαθήσει ορισμένες φορές η μητέρα της Ευγενίας να τον βοηθήσει δεν υπήρχε καμία θετική εξέλιξη. Έτσι μία μέρα αποφάσισε να φύγει, μόνη της. Κανείς δεν ξέρει που μπορεί να βρίσκεται αυτήν την στιγμή, ίσως να έχει κάνει μια καινούρια οικογένεια και να είναι ευτυχισμένη, ίσως πάλι όχι. Τέλος πάντων, η γιαγιά της Ευγενίας είχε πλήρη επίγνωση της κατάστασης οπότε την πήρε και το έσκασαν, απομακρύνθηκαν από τον πατέρα της από φόβο μην πάθουν κάτι. Σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα ο μοναδικός άνθρωπος που είχε, έφυγε από τη ζωή. Η αγάπη της γιαγιάς της ήταν τόσο τρυφερή και ο αποχωρισμός τόσο απότομος και οδυνηρός. Θυμάμαι ξεκάθαρα την ημέρα που ήρθε στο ορφανοτροφείο, σαν να ήταν χθες, δεν σταμάταγε να κλαίει και ήθελε τον χρόνο της, ώστε να ξεσπάσει και να συγκρατήσει την εικόνα της γιαγιάς της στο μυαλό της, ένιωθε αβοήθητη. Η μοναξιά σε ανθρώπους που δεν  αντέχουν στη σκέψη της πληγώνει ασύστολα και στη δικιά της περίπτωση δεν πληγώνει απλά, σκοτώνει. Από εκείνη τη στιγμή  δεν έφυγα λεπτό από δίπλα της....
   Η Χαρά πάλι είναι ένα κορίτσι που το όνομα της δεν αντιπροσωπεύει πλήρως ό,τι έχει ζήσει. Καταρχάς ο πατέρας της, παράτησε την ίδια και τη μητέρα της, όταν έμαθε ότι ήταν έγκυος ,γιατί δεν μπορούσε και κυρίως δεν ήθελε να έχει την ευθύνη ενός μωρού με όλα τα συνοδευτικά του. Ατελείωτες ώρες κλάματος, έξοδα για φάρμακα πάνες και γενικότερα  όσα σκέφτονται οι μελλοντικοί μπαμπάδες. Οι ορμόνες και γενικότερα οι εξωτερικοί παράγοντες όπως ο απότομος χωρισμός τους, την επηρέασαν  πολύ. Η εγκυμοσύνη της δεν ήταν ομαλή και το πείσμα να βρει το άντρα της και να τον πείσει να επιστρέψει ήταν μεγάλο. Όμως η απογοήτευση από την απάντηση και την στάση του  την έκανε να χάσει τον έλεγχο και να τον τραυματίσει σοβαρά με αποτέλεσμα ο πατέρας της Χαράς να πεθάνει και η μητέρα της να μπει στην φυλακή και να γεννήσει εκεί...Tην ιστορία αυτή την έμαθε πρόσφατα η Χαρά, επειδή ήρθε στο ορφανοτροφείο ένα γράμμα από την φυλακή. Από αυτά που μας  είπαν και είδαμε, το γράμμα αυτό το είχε γράψει η μητέρα της Χαράς και είχε διάφορες ημερομηνίες οπότε υποθέσαμε ότι ήταν κάτι σαν ημερολόγιο που εκεί περιέγραφε τις συνθήκες ζωής στο κελί. Ένας αστυνόμος όμως μας πληροφόρησε ότι εκεί έγραφε μία μεγάλη ιστορία με εξηγήσεις και απαντήσεις για την Χαρά. Επίσης ο ίδιος μας ενημέρωσε ότι ήταν η τελευταία της επιθυμία, αυτό το γράμμα να φτάσει στα χέρια της κόρης της ,αφού η υγεία της δεν ήταν καλά εδώ και καιρό, με αποτέλεσμα να πεθάνει. Υπήρχε για αρκετά μεγάλο διάστημα μια μικρή αναστάτωση όχι μόνο στη Χαρά αλλά και σε όλη την παρέα. Η “αδελφή” μου ήταν πραγματικά πολύ λυπημένη και από ό,τι μας εκμυστηρεύτηκε προτιμούσε να μην ξέρει την ιστορία της και καμία πληροφορία για τους γονείς της γιατί αυτό την απομάκρυνε από εμάς αλλά και την πλήγωσε.
   Η αλήθεια είναι πως συνήθως δεν θίγουμε αυτά τα θέματα, γιατί αυτόματα η ψυχολογία μας πέφτει αλλά μας αρέσει υπερβολικά πολύ να συζητάμε τις οικογένειες που ονειρεύεται να κάνει η κάθε μια μας στο μέλλον. Αν και πάντα όταν πιάνουμε αυτά περί οικογενείας επισημαίνουμε ότι ποτέ  δε θα κάναμε ό,τι κάνουν ορισμένοι γονείς σε παιδιά που είναι τώρα στο ορφανοτροφείο ή και σε εμάς τις ίδιες. Λένε ότι σαν τα κλαδιά ενός δέντρου παίρνουμε διαφορετικές κατευθύνσεις αλλά οι ρίζες μας είναι οι ίδιες, εδώ επιτρέψτε μου να διαφωνήσω. Δεν ξέρω την αιτία που ήρθα εδώ αλλά ό,τι και να είχε συμβεί, εάν βρισκόμουν στην θέση τους ποτέ μα ποτέ δεν θα άφηνα το παιδί μου, το σπλάχνο μου, το αίμα μου και δεν θα το απομάκρυνα από την αγκαλιά μου, από εμένα. Δεν μπορώ να δικαιολογήσω τίποτα και κανέναν για αυτό το θέμα. Σίγουρα καμία οικογένεια δεν είναι τέλεια. Πάντα θα υπάρχουν διαφωνίες, τσακωμοί αλλά πάντα στο τέλος η οικογένεια είναι οικογένεια γιατί η αγάπη κυριεύει. Όταν όμως τα μέλη της είναι χωρισμένα και απομακρυσμένα το ένα από το άλλο, όταν τελικά η αγάπη έρχεται σε δεύτερη μοίρα και ο εγωισμός, ο αυθορμητισμός την καταπατάει τότε δεν αξίζει να ονομάζεται έτσι.  Δεν θα πω ότι ήμουν άτυχη ή κάτι τέτοιο γιατί ο καθένας είναι διαφορετικός και ο Θεός επιλέγει ανθρώπους κατάλληλους για κάθε περίπτωση. Επιπλέον την συγκεκριμένη περίοδο στη ζωή μου, θα μπορούσα να πω ότι είμαι ευτυχισμένη έχοντας πολλά σημαντικά και πολύτιμα άτομα που σε καμία περίπτωση δε θα ήθελα να χάσω.
   Οικογένεια για εμένα  δεν είναι πάντα αυτοί που έχουν το ίδιο αίμα με εσένα. Οικογένεια είναι τα άτομα στην ζωή σου, που θέλουν εσένα στην δική τους ζωή και που δεν θα σε αφήσουν ποτέ ό,τι και εάν γίνει. Είναι η σταθερή και διαρκή παρουσία αλλά και η ανταπόκριση στις συναισθηματικές ανάγκες που θα έχεις καθημερινά. Οικογένεια είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να σου συμβεί και αυτό να το θυμάσαι κάθε φόρα που τα πράγματα δε θα πηγαίνουν ακριβώς, έτσι όπως τα θες ή τα έχεις υπολογίσει.


  ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ:   Κόλλια Κωνσταντίνα
  ΤΑΞΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ: ( B  Γυμνασίου)
                   Για αυτούς  που περιμένουν ένα συγγνώμη

 Και οι άνθρωποι φεύγουν, φεύγουν όλοι στο τέλος . Τι φταίει δεν γνωρίζω. Αυτό που γνωρίζω όμως είναι ότι όλα αλλάζουν και τίποτα δε μένει πλέον το ίδιο. Όταν δένεσαι με κάποιον, είναι πολύ δύσκολο να τον βγάλεις από την καθημερινότητά σου, από την καρδιά σου ή από την σκέψη σου. Η απώλεια είναι τεράστια, δε νιώθεις τίποτα σαν να λείπει ένα κομμάτι σου. Στο τέλος μένεις με τις αναμνήσεις σου, γιατί το πιο λογικό είναι ότι θα έχεις διαγράψει ήδη όλες σας τις φωτογραφίες λες και το κουμπί “ΔΙΑΓΡΑΦΗ” είναι μαγικό και διαγράφει ταυτόχρονα όλες τις αναμνήσεις που είχες μαζί τους και τα συναισθήματά σου για αυτούς. Κάθεσαι στο κινητό σου, διαγράφεις μια, μια τις φωτογραφίες σας και τρυπώνει στο μυαλό σου κάθε ανάμνηση με αυτούς. Χαμογελάς και έπειτα ξεσπάς σε κλάματα. Τώρα θα μου πεις πως το ξέρω εγώ αυτό... το ξέρω, έχω βρεθεί σε αυτή τη θέση άπειρες φορές.
 Το να χάνεις μια φίλη και συγκεκριμένα μια κολλητή είναι πολύ δύσκολο πράγμα. Δε νιώθεις απλώς πληγωμένη ή λυπημένη νιώθεις το απόλυτο τίποτα που είναι πολύ χειρότερο. Την περίοδο που είχα χάσει εγώ την πρώτη μου κολλητή φίλη ήμουν στην χειρότερη φάση της ζωής μου. Το μόνο πράγμα που έκανα είναι να αναπολώ τις βόλτες, τα γέλια, τις αγκαλιές , τις αξέχαστες στιγμές που είχαμε βιώσει  μαζί και να κλαίω, χωρίς σταματημό. Πόνο  έτσι θα χαρακτήριζα το συναίσθημα μου. Την σκεφτόμουν είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο με δάκρυα στα μάτια ακουμπώντας το κεφάλι μου στις φωτογραφίες μας. Ήμουν χίλια κομμάτια όπως και οι φωτογραφίες μου μαζί της, ένα τίποτα , χαμένη στις σκέψεις μου πνιγμένη στα δάκρυα μου. Ακολούθησαν και άλλες απώλειες από την ζωή μου, σημαντικές φιλίες πολλών χρόνων χάθηκαν. Σε μικρό χρονικό διάστημα χωρίστηκα και με την δεύτερη κολλητή μου. Θυμάμαι χαρακτηριστικά εκείνη την ημέρα. Σε λίγα λεπτά είχαν περάσει από το μυαλό μου όλα αυτά τα χρόνια που είχαμε μοιραστεί μαζί. Επτά χρόνια αδελφικής φιλίας γεμάτο χαρές και γέλια ! Ήμασταν τόσο δεμένες σαν αδερφές ή έτσι νόμιζα τουλάχιστον . Έτσι λοιπόν καταστράφηκα,  σαν ένα ντόμινο, με μια λάθος  κίνηση πέφτει το ένα πλακίδιο μετά το άλλο. Κάπως έτσι συνεχίστηκε η ζωή μου από εδώ και πέρα. Έφυγε αυτή και έπειτα έφυγαν όλες και κατέληξα μόνη μου. Χωρίς κανέναν, ούτε φίλοι ούτε κανείς, μόνη, μόνη εναντίον όλων.
 Ίσως δεν υπάρχουν φίλοι τελικά, όλοι θέλουν να περνάνε καλά την ώρα τους και να χλευάζουν τους  γύρω τους. Την μια μέρα μπορεί να σε νοιάζονται και την άλλη να μην σημαίνεις τίποτα για αυτούς , λες και δεν ήσουν ποτέ κομμάτι της ζωής τους. Συμπεριφέρονται λες και είσαι μια άγνωστη φυσιογνωμία που δεν την έχουν ξαναδεί. Κάνουν σαν να μην σε γνωρίζουν παρόλα αυτά σε κρίνουν και σε αντιμετωπίζουν σαν ένα μικρό σκουπίδι. Μιλάνε σε όλους για εσένα με τα χειρότερα λόγια λες και διέπραξες έγκλημα. Εν τέλει μένεις μόνη σου αφού όλοι πίστεψαν τις φήμες και τα κακοπροαίρετα σχόλια αλλά κανείς εσένα. Άνθρωποι γνωστοί έγιναν ξαφνικά άγνωστοι , από τις αγκαλιές και τα φιλία τώρα δεν σου μιλάνε καν παρά  μόνο σε κοιτάνε επίμονα, με καρφωμένο το βλέμμα τους πάνω σου. Βλέμμα γεμάτο κακία. Εκεί εσύ τρομάζεις διότι δεν είχες δει ποτέ σου αυτό τους το πρόσωπο. Είχες δει μόνο την καλή τους πλευρά που ήταν γεμάτη αγάπη για εσένα και πλέον γεμάτη μίσος. Με μια τους κίνηση σε πουλάνε και σε αγοράζουν και χωρίς καν καλά καλά να το καταλάβεις σε μεταχειρίζονται σαν ένα παιχνίδι. Χρησιμοποιούν ένα υπερβολικό υβρεολόγιο  και διαδίδουν ψεύτικες φήμες για εσένα έχοντας σκοπό την δυσφήμιση του ονόματός σου. Σε κρίνουν παντού τόσο αυστηρά, σαν δικαστές. Και εκεί εσύ καταρρέεις , κλίνεσαι στον εαυτό σου. Δεν μπορείς να συνειδητοποιήσεις γιατί σε κρίνουν τόσο αυστηρά και μιλούν με τόση απέχθεια για εσένα. Είναι λες και θέλουν να σου καταστρέψουν όλη σου τη ζωή, χωρίς κάποιον ιδιαίτερο λόγο απλώς, γιατί δεν ταίριαξες τελικά μαζί τους. Σου δημιουργούν ψυχολογικά, ναι ψυχολογικά από αυτή την ηλικία. Αφού κανείς δεν ξέρει πλέον να αγαπά, όλοι κρίνουν τόσο εύκολα τους γύρω τους , χωρίς να ξέρουν τι έχει περάσει ο καθένας. Λένε τόσο εύκολα ψέματα και δεν τους ενδιαφέρει ,αν πληγώσουν τους άλλους , αφού ως γνωστόν είναι μαγκιά στις μέρες μας να κοροϊδεύεις τον άλλον.
 Ό,τι και να σου έχουν κάνει όμως, είναι πολύ δύσκολο να διαγράψεις τα συναισθήματα σου για αυτούς. Εκεί που σκέφτεσαι πόσο σε πληγώνουν καθημερινά, κολλάει το μυαλό σου και σε γυρνάει πίσω, αναπολείς στιγμές που ξέρεις ότι δε θα ξαναζήσεις με αυτά τα άτομα. Εύχεσαι να μπορούσες να μπεις στη μηχανή του χρόνου, να γυρίσεις σε αυτά τα άτομα μα ξεχνάς πως αυτοί σε εγκατέλειψαν . Δεν ήσουν εσύ αυτή που έφυγες, εσύ πάντα τους συγχωρούσες, επειδή η απουσία τους θα πονούσε πολύ περισσότερο από το λάθος, που έκαναν. Αντίθετα αυτοί με ένα σου λάθος αρπάζουν την ευκαιρία να φύγουν. Ίσως τελικά να μην φταίνε αυτοί. Εμείς φταίμε που κάθε φορά “ξεχνούσαμε” να τους ξεχάσουμε. Ξέχνα το όνομά τους, ξέχνα τις βόλτες, τις τρέλες που κάνατε μαζί. Θυμήσου όταν έκλαιγες επί μέρες για αυτούς, θυμήσου, ότι έφυγαν για πάντα. Όσο και αν τους νοσταλγείς απλά άστους πίσω σου, ξέχασέ τους! Κάνε μια νέα αρχή στην ζωή σου, κάνε νέους φίλους, αγάπα νέους ανθρώπους απλά πιο προσεχτικά αυτή την φορά. Μην πέσεις πάλι στα ίδια λάθη. Η αλήθεια είναι ότι είναι πλέον δύσκολο να μην πέσεις έξω στους ανθρώπους, ειδικεύονται όλοι σε ένα επάγγελμα ... ηθοποιία και πάλι ηθοποιία.
 Παρόλα αυτά ο κόσμος δεν συμπεριλαμβάνεται μόνο από τέτοιους ανθρώπους, ανθρώπους αναιδείς και εγωκεντρικούς, όπου δεν ενδιαφέρονται για τους υπόλοιπους ανθρώπους παρά μόνο για τον εαυτό τους. Υπάρχουν και καλοί άνθρωποι ,που ξέρουν να σε εκτιμούν, να σε σέβονται και να σε αγαπάνε. Ψάξε και βρες τέτοιους ανθρώπους και καθιέρωσέ τους στη ζωή σου, κάνε τους φίλους σου. Πιθανότατα να είναι λίγο δύσκολο να τους βρεις αλλά είναι ανάμεσα μας. Δεν είναι πολλοί , είναι λίγοι , λίγοι αλλά καλοί. Εξάλλου τι σημασία έχει ο αριθμός . Τι να το κάνεις ,αν έχεις πολλούς φίλους αλλά όχι πραγματικούς.
 Πραγματική φιλία λοιπόν είναι σχεδόν ακατόρθωτο να βρεθεί. Φίλοι που θα σε περιβάλλουν με στοργή, που θα συμπάσχουν μαζί σου και θα σε συμμερίζονται.
Φίλοι που θα σε βοηθούν και στην δυστυχία σου θα λυπηθούν και αυτοί για εσένα. Φίλοι που δεν θα είναι δίπλα σου να σου σκουπίζουν τα δάκρυα αλλά θα είναι εκεί και δεν θα επιτρέψουν να κυλίσει ούτε ένα δάκρυ από τα μάτια σου. Φίλοι που θα σου συμπεριφερθούν με ειλικρίνεια, θα σε ενθαρρύνουν και θα σε στηρίζουν πάντα! Φίλοι που θα σου χαρίσουν τις πιο φανταστικές και τρελές αναμνήσεις της ζωής σου. Φίλοι που θα τρέχουν πάντα για εσένα και θα βρίσκουν πάντα χρόνο να σου αφιερώσουν . Αυτό είναι φιλία ! Να μην νοιάζονται για το τι λένε οι άλλοι για εσένα γιατί σε εμπιστεύονται απόλυτα! Να σε αγαπάνε για αυτό ακριβώς που είσαι με κάθε ελάττωμά σου. Να μην προσπαθούν να σε αλλάξουν και να μην αλλοιώνουν τον χαρακτήρα σου.
 Τέτοιους φίλους θέλω και τέτοιους φίλους θες και εσύ στην ζωή σου. Το να μένεις λοιπόν στο παρελθόν και αυτό να σε κρατάει πίσω δεν σε βοηθάει. Άσε πίσω σου το παρελθόν κράτα μέσα σου όλα τα διδάγματα που πήρες από αυτό και προχώρα στην ζωή σου με λιγότερα λάθη και πόνο.
 Για αυτούς λοιπόν που ακόμη περιμένουν ένα συγνώμη, για αυτούς που περιμένουν να σταματήσει ο πόνος, για αυτούς που κάθε μέρα γίνονται και χειρότερα, για αυτούς που αδικήθηκαν. Για όλους αυτούς...

  ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ: Παναγιωτακοπούλου Μαργαρίτα
  ΤΑΞΗ ΦΟΙΤΗΣΗΣ: Β Γυμνασίου
  ΣΧΟΛΕΙΟ: 20°Γυμνάσιο Πατρών
                                     
                                     Η Ημέρα που το φεγγάρι δάκρυσε“

 Κεφάλαιο 1
“ Μεθυστικό Πρωινό ”
 Τίποτα δε συγκρίνεται με το πρωινό χάραμα. Είναι αυτό που σε καλημερίζει, σε γλιτώνει από τους εφιάλτες σου και σου αποπνέει μια αίσθηση ελπίδας: ότι κάθε πρωινό θα είναι τόσο όμορφο ,όσο αυτό. Και μόλις εμφανιστεί, όλη η πόλη αρχίζει να λειτουργεί σαν να είναι ηλεκτρική συσκευή που την βάλανε στην πρίζα. Τα αυτοκίνητα γεμίζουν τους  δρόμους, τα παντζούρια σηκώνονται και μυρίζεις την πρώτη φουρνιά  ψωμί. Τόσο συνηθισμένο άρωμα για τους περισσότερους τόσο, αντίθετα ,μεθυστικό για μένα. Σήμερα παραδόξως η ατμόσφαιρα είναι πολύ ευχάριστη .Οι περαστικοί περπατάνε με ένα χαμόγελο αισιοδοξίας στο πρόσωπό τους και οι οδηγοί, δεν μιλάνε άσεμνα μεταξύ τους. Πριν λίγο, είδα και έναν ηλικιωμένο να ταΐζει έναν αδέσποτο γάτο και τα παιδιά της πολυκατοικίας να πηγαίνουν με ιδιαίτερη προθυμία στο σχολείο. Σήμερα είναι η τελευταία φορά που σου γράφω κάτι. Και για αυτό τον λόγο, αποφάσισα να απαντήσω σε όλες τις απορίες που μου έκανες τον τελευταίο χρόνο.
 Κεφάλαιο 2
“Ελευθερία”
 Με τη μητέρα ήμασταν πάντοτε πολύ αγαπημένοι Εσύ την θυμάσαι ελάχιστα, γιατί, τότε ήσουν ακόμη τεσσάρων. Ζούσαμε σε ένα μικρό και φτωχικό σπίτι, το οποίο όμως μας προστάτευε από το κρύο και μας παρείχε ψωμί και νερό κάθε μέρα. Χάρη στη μητέρα έμαθα να γράφω και να διαβάζω-και την ευγνωμονώ για αυτό. Τα πρωινά που έλειπε ο πατέρας μας άρεσε να καθόμαστε και οι τρεις μαζί δίπλα στο τζάκι, πίνοντας ζεστό γάλα και ακούγοντας τη μητέρα να μας λέει ιστορίες. Επίσης όταν χιόνιζε, βγαίναμε έξω για να παίξουμε χιονοπόλεμο και να φτιάξουμε αγγελάκια στο χιόνι. Αχ και να θυμόσουνα, ήταν υπέροχα! Όμως μόλις ερχόταν ο πατέρας ,η χαρά μας κοβόταν απότομα. Αισθανόμασταν τρόμο και ανησυχία χωρίς απαραίτητα να συνέβαινε κάτι, μόνο και μόνο αντικρίζοντας τον.  Δεν έμπαινε στον κόπο να ασχοληθεί με εμάς τα παιδιά, μερικές φορές μάλιστα φαινόταν σαν να μην  αντιλαμβανόταν  την παρουσία μας στο σπίτι. Τον φοβόσουνα περισσότερο από εμένα τον πατέρα. Όποτε ερχόταν στο σπίτι, κρυβόσουνα κάτω από το κρεβάτι ή μέσα στα σκεπάσματα. Ήταν ο μπαμπούλας σου, το άτομο που θα πεταχτεί μέσα από την ντουλάπα το βράδυ και θα σε τρομάξει. Σε έπαιρνα στην αγκαλιά μου και προσπαθούσα να σε κοιμήσω,  όμως μία στριγκλιά, μία απόκοσμη κραυγή της μητέρας σε ξύπναγε συνεχώς.      
  Ήταν Σάββατο 13 Ιανουαρίου. Κόντευε μεσάνυχτα. Πάντα θα θυμάμαι εκείνη τη νύχτα. Από την πρώτη μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια σαν να ήταν χθες. Επικρατούσε η συνηθισμένη σκηνή στο διπλανό δωμάτιο μόνο που αυτή την φορά έκλαιγες τόσο δυνατά από τον φόβο που ξεπερνούσες μέχρι και τα ουρλιαχτά της μητέρας.   Ξαφνικά μπήκε ο πατέρας στο δωμάτιο. Ειλικρινά, μόλις τον αντίκρισα πίστεψα πως είναι ο ίδιος ο Διάβολος. Μας κοίταζε σαν λυσσασμένο σκυλί και το πρόσωπό του είχε κοκκινίσει από την ένταση. Άρχισα να προσεύχομαι από μέσα μου με όλη μου την πίστη, ευχόμενη ο Θεός να φροντίσει να μην διαρκέσει πολύ ώρα αυτό που επακολουθούσε. Έλυσε την ζώνη του,  με πλησίασε απειλητικά και με χτύπησε τόσο δυνατά που το μάγουλό μου άρχισε να αιμορραγεί. Ενώ ετοιμαζόταν να μου επιτεθεί ξανά ,η μητέρα του έριξε ένα μαχαίρι στον ώμο, ίσα-ίσα για να βρει τον χρόνο να μας αρπάξει και να φύγουμε από αυτόν τον οδυνηρό εφιάλτη.
Κεφάλαιο 3
“Προσαρμογή”
  Περπατούσαμε πολύ ώρα και όποτε ρωτούσα τη μητέρα να σταματήσουμε για λίγο, αυτή μου έγνεφε με τέτοιο τρόπο που έλεγε πως πρέπει να απομακρυνθούμε αρκετά, μην τυχόν και μας κυνηγήσει. Κάποια στιγμή, βρήκαμε ένα παγκάκι ,το οποίο θα γινόταν ο ξενώνας μας για απόψε. Αποκοιμήθηκες αμέσως στην αγκαλιά μου. .Όμως εγώ, όπως και η μητέρα, καθίσαμε για αρκετή ώρα αμίλητοι, κοιτώντας επίμονα στον δρόμο ,ο οποίος ήταν έρημος εκείνη την ώρα. Την παρατήρησα. Δάκρυα είχαν κυλήσει στο πρόσωπό της, τα μάτια της ήταν πρησμένα και είχε σημάδια που αιμορραγούσαν στα χείλη και το μέτωπό της.  Αιφνιδιαστικά, μου μίλησε: ”Ξέρεις αγαπημένο μου παιδί ,θα μπορούσα να ζήσω για πάντα εκεί και να ανεχτώ οτιδήποτε μου έκανε, αλλά ποτέ δεν θα ανεχόμουν να κακοποιήσει εσάς. Ποτέ.” Μας αγκάλιασε τρυφερά και σκούπισε με την φόδρα του πανωφοριού της, τα αίματα που είχαν σταματήσει σιγά-σιγά να αιμορραγούν από το μάγουλό μου.
Ξυπνήσαμε. Ήταν Κυριακή. Οι δρόμοι ήταν πολύ έρημοι σε σχέση με χθες. Σηκωθήκαμε και αρχίσαμε να περπατάμε για να βρούμε ένα φτηνό πανδοχείο. Πήρα το θάρρος και ρώτησα: ”Μητέρα, έχεις καθόλου λεφτά; ”Μα αμέσως κατάλαβα πως φέρθηκα πολύ ανόητα που ρώτησα κάτι τέτοιο εφόσον γνωρίζω την απάντηση. Γύρισε απότομα και μου έδειξε την βέρα της: ”Θα την πουλήσω και ελπίζω να πάρουμε λίγα χρήματα. .για να μας φτάσουν, τουλάχιστον, μέχρι να βρω δουλειά. ”Ευτυχώς για εμάς η βέρα μας απέφερε αρκετά χρήματα με τα οποία αγοράσαμε φαγητό και νοικιάσαμε ένα δωμάτιο σε μια φτηνή πανσιόν. Ταλαιπωρημένοι από το πολύωρο περπάτημα ,πλαγιάσαμε ελπίζοντας πως η επόμενη μέρα θα ήταν καλύτερη.. Μόλις ξύπνησα είδα πως η μητέρα είχε φύγει.
 Στην αρχή ανησύχησα αλλά ύστερα είδα ένα σημείωμα που θα έγραφε πως θα πήγαινε να βρει δουλειά. Κάποια στιγμή ξύπνησες και ήσουνα αρκετά  εύθυμη. Μου είπες πως είχες δει ένα όνειρο στο οποίο ζούσαμε σε ένα μεγάλο κάστρο και ήμασταν όλοι  ευτυχισμένοι. Γέλασα με το πόσο αφελής και αθώα ήσουν.  Αλλά μου κόπηκε απότομα το  γέλιο. ”Γιατί ο μπαμπάς είναι ο κακός;” με  ρώτησες. Ειλικρινά δεν ήξερα τι να σου  απαντήσω. Δηλαδή ήξερα την απάντηση αλλά μου ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βάλω τις σκέψεις μου σε μια   σειρά .Έτσι αντί να σου πω, κούνησα αδιάφορα το κεφάλι μου και σου είπα:  ”Θες να παίξουμε κρυφτό;” Ενθουσιάστηκες τόσο πολύ που ξέχασες  μονομιάς, την  προηγούμενη απορία σου. Όμως τώρα οφείλεις να  μάθεις. Βλέπεις ο πατέρας κακοποιούσε τη μητέρα γιατί ήταν  αλκοολικός. Ήταν  κατεστραμμένη προσωπικότητα από παιδί. Οι γονείς του τον χτυπούσαν μέχρι την ηλικία των 15 ,όπου τους έκαψε ζωντανούς ,την ώρα που  κοιμόντουσαν. Μόνος και απένταρος, δούλεψε σε συμμορία μέχρι, που στα 17 του η αστυνομία τον βρήκε και με κατηγορία ανθρωποκτονίας, τον κλείσανε σε αναμορφωτήριο. Παρόλα αυτά, τα υπόλοιπα μέλη της συμμορίας κατάφερε να τον ελευθερώσει και αλλάζοντας όνομα και εμφάνιση συνέχισε το έγκλημα μέχρι τα 28 όπου άνοιξε παμπ.
   Εκείνη την περίοδο γνώρισε τη μητέρα. Τον ερωτεύτηκε σε αντίθεση με εκείνον. Την έβλεπε περισσότερο σαν αντικείμενο στο οποίο μπορούσε να ξεσπάσει .Έτσι την παντρεύτηκε και λίγο καιρό μετά, γεννήθηκα εγώ. Περιττό να σου πω ότι δεν ήταν παρών ούτε στην δική  μου ,ούτε στην δική σου γέννηση.. Έπειτα από την ημέρα που φύγαμε, κατάφερα να μάθω τι απέγινε. Πέθανε από το  αλκοόλ,  μία παγωμένη νύχτα του Αυγούστου μέσα στην παμπ του. Και τώρα ξέρω τι θα σκέφτεσαι. Γιατί η μητέρα τον ανεχόταν τόσο καιρό; Δυστυχώς δεν κατάφερα ποτέ να μάθω..
  Η μητέρα δε βρήκε δουλειά .Όμως με την όμορφη φωνή που είχε ,κατάφερε να βγάζει λίγα χρήματα τραγουδώντας στους περαστικούς. Βέβαια, δεν μπορούσαμε να μένουμε στην ίδια πόλη για καιρό, διότι οι περισσότεροι αστυνομικοί δε μας συμπαθούσαν λόγω του χρώματός μας και δεν ήταν λίγες οι φορές που προσπαθούσαν να μας κλείσουν στην φυλακή με ψευδείς κατηγορίες. Γι’ αυτόν τον λόγο γυρίσαμε όλες τις πόλεις και χωριά της Βρετανίας. Δεν ήταν τόσο άσχημα   όμως. Είχαμε και όμορφες στιγμές μαζί   .Η μητέρα μας έλεγε ιστορίες ,μας φρόντιζε,  μας τραγουδούσε και κάθε Χριστούγεννα μας έπαιρνε σοκολάτα. Κάθε Χριστούγεννα εκτός από εκείνη τη νύχτα της Παραμονής.. Δεν είχαμε καθόλου χρήματα και ήμασταν νηστικοί για τρεις μέρες επειδή η μητέρα είχε αρρωστήσει βαριά και δεν είχε κουράγιο για τίποτα. Λίγα λεπτά πριν τα μεσάνυχτα, ενώ εσύ είχες κοιμηθεί, μου είπε σιγανά: ”Παιδί μου, σε λίγο θα ανέβω στον ουρανό μαζί με τον Θεούλη και τους αγγέλους. Ξέρω πως θα στεναχωρηθείς πολύ,  αλλά πρέπει να έχεις πίστη .Να θυμάσαι ότι ο Θεός μας παίρνει κοντά Του για κάποιο λόγο. Μην αμφιβάλλεις ποτέ για αυτό. Και ό,τι και να γίνει,  θέλω να μου  υποσχεθείς, πως δεν θα μπλέξεις με την  παρανομία. Δε θέλω να καταντήσεις ποτέ σαν το άτομο που τολμάει να αποκαλείται πατέρας σου.  Και να προσέχεις την αδερφή σου. Να την φροντίζεις και να πάτε σε ορφανοτροφείο. Πρέπει να πάτε. Θα είναι δύσκολα. .αλλά όλα πάνε καλά στο τέλος, θα το δεις.. Να το θυμάστε. σας αγαπώ πάρα πολύ..” Δεν άκουσα την τελευταία συμβουλή της και η μόνη δικαιολογία που έχω είναι ο φόβος. Δεν άντεχα και μόνη στη σκέψη ότι θα σε κακομεταχείριζαν  μόνο και μόνο επειδή είσαι μαύρη. Μα τώρα σκέφτομαι ότι ίσως έσφαλα και ότι αν είχα ακούσει την συμβουλή της μητέρας, θα γλίτωνα από αυτό που επακολουθούσε..
 Κεφάλαιο 5  
“Αισιοδοξία”
  Έχει περάσει από τότε ένας ολόκληρος χρόνος.  Το ξέρεις και εσύ  άλλωστε. Κάθε μέρα μου φαίνεται ίδια πλέον. Περπάτημα στους δρόμους, ζητιανιά και απελπισία. Η μόνη μας χαρά, η ελπίδα πως κάποιος θα πετάξει λίγα χρήματα στα μαδημένα σκουφιά μας. Πάντα προσπαθώ να σου φτιάχνω την διάθεση  όμως, με τον ίδιο τρόπο που το έκανε η μητέρα. Λέγοντάς σου ιστορίες, φροντίζοντάς σε και μερικές φορές   τραγουδώντας. Και ίσως να το πετυχαίνω κάποιες μέρες..  Όμως ήρθε η ώρα να σε  αφήσω. Το κατάλαβα ότι θα συμβεί  αυτό, από την πρώτη μέρα που έφτυσα  αίμα. Στεναχωριέμαι που θα σε  αποχωριστώ, αλλά πονάω πάρα πολύ και ευχαριστώ τον Θεό που θα απαλύνει τον πόνο μου.. Πριν φύγω, την ώρα που  κοιμάσαι, θα βάλω αυτό το γράμμα στη φόδρα του πανωφοριού σου και θα σε αφήσω μπροστά από κάποιο πλούσιο σπίτι. Ξέρω πως θα τα καταφέρεις.. Σε αγαπάω πάρα  πολύ.. αδερφή μου..” Και για να  ξέρεις ,μερικές φορές σκέφτομαι πως είσαι σε μία άλλη χώρα και κάποια μέρα θα  επιστρέψεις. Θα χτυπήσεις την πόρτα και τότε θα πεις σιγανά:
 ”Αδερφή μου,  γύρισα”..  


                                                        

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου